Η άσκηση μειώνει την αντίσταση στην ινσουλίνη.

Η άσκηση μειώνει την αντίσταση στην ινσουλίνη.

Η αντίσταση στην ινσουλίνη δημιουργεί πρόβλημα στη ρύθμιση του σακχάρου. Αυτό φαίνεται στο πρωινό σάκχαρο νηστείας όταν αυτό είναι > 100. Η κατάσταση αυτή περιγράφεται και ως διαταραχή ανοχής στη γλυκόζη. Το 40% των ατόμων με αντίσταση στην ινσουλίνη θα αναπτύξουν Σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 μέσα σε 5 με 10 χρόνια, ενώ οι υπόλοιποι θα συνεχίσουν να έχουν αντίσταση στην ινσουλίνη με ρυθμισμένο όμως το σάκχαρο. Η συνοσηρότητα με άλλες καταστάσεις όπως παχυσαρκία, δυσλιπιδαιμία και υπέρταση είναι πολύ συνηθισμένη στα άτομα με αντίσταση στην ινσουλίνη. Επιπλέον η αντίσταση στην ινσουλίνη συνδυάζεται με αυξημένες πιθανότητες ανάπτυξης της στεφανιαίας νόσου.
Ενδείξεις για σωματική άσκηση.
Πολλές μελέτες έχουν δείξει την επίδραση της άσκησης στη πρόληψη του Σακχαρώδους Διαβήτη στα άτομα που έχουν αντίσταση στην ινσουλίνη, αλλά πολύ καλύτερος, για αυτό το σκοπό είναι ο συνδυασμός της άσκησης και της σωστής διατροφής.
Μια Κινέζικη μελέτη παρακολούθησε 577 άτομα με διαταραχή ανοχής γλυκόζης, τα οποία ήταν χωρισμένα σε τέσσερεις ομάδες: μόνο δίαιτα, μόνο άσκηση, δίαιτα και άσκηση, χωρίς παρέμβαση και τα παρακολούθησαν για 6 χρόνια. Ο κίνδυνος εμφάνισης Σακχαρώδη Διαβήτη μειώθηκε 31% στην ομάδα μόνο δίαιτας, 46% στην ομάδα μόνο άσκησης και 42% στην ομάδα δίαιτα και άσκηση.
Σε μια Σουηδική μελέτη παρακολουθήθηκαν 6956 άντρες 48 ετών. Τα άτομα που είχαν διαταραχή ανοχής γλυκόζης χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: δίαιτα και άσκηση (288 άτομα) και παρακολούθησης ρουτίνας. Η μελέτη διήρκεσε 12 χρόνια. Η θνητότητα ήταν περίπου ίδια στα άτομα που είχαν φυσιολογική ρύθμιση γλυκόζης και στην ομάδα που είχαν διαταραχή ανοχής γλυκόζης και ακολούθησαν πρόγραμμα άσκησης και δίαιτας (6.2 vs 6.5) ενώ πολύ μεγαλύτερη ήταν η θνητότητα στην ομάδα που είχαν παρακολούθηση ρουτίνας (6.5 vs 14%). Στις δύο ομάδες η θνητότητα μπορούσε να προβλεφθεί στατιστικά μόνο με το αν συμμετείχαν σε άσκηση και δίαιτα και όχι από το αν ήταν παχύσαρκα, είχαν υπέρταση, υψηλή χοληστερόλη, ή, κάπνιζαν. Αυτό δείχνει την έντονη επίδραση του τρόπου ζωής στην επιβίωση ανεξάρτητα από τα προβλήματα που συνυπάρχουν σε κάθε άτομο.
Δύο άλλες εργασίες μελέτησαν την επίδραση της αλλαγής του τρόπου ζωής στην πιθανότητα ανάπτυξης Σακχαρώδους διαβήτη. Μια Φιλανδική μελέτη συμπεριέλαβε 522 παχύσαρκα άτομα μέσης ηλικίας με διαταραχή ανοχής γλυκόζης και τους χώρισε σε μια ομάδα αλλαγής του τρόπου ζωής και σε μια άλλη ομάδα χωρίς παρέμβαση και τους παρακολούθησε για 3,2 χρόνια. Ο κίνδυνος ανάπτυξης Σακχαρώδους Διαβήτη τύπου 2 μειώθηκε 58% στην ομάδα αλλαγής του τρόπου ζωής.
Μια Αμερικάνικη μελέτη παρακολούθησε 3234 άτομα με διαταραχή ανοχής γλυκόζης και τους χώρισε σε μια ομάδα όπου έλαβε φαρμακευτική αγωγή (μετφορμίνη) και μια άλλη ομάδα που ακολούθησε αλλαγή τρόπου ζωής με δίαιτα και άσκηση τουλάχιστον 150 λεπτά εβδομαδιαίως και τους παρακολούθησε για 2.8 χρόνια. Η ομάδα που άλλαξε τον τρόπο ζωής μείωσε τον κίνδυνο ανάπτυξης του Σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 κατά 58%. Η μείωσε ήταν ίδια με την Φιλανδική εργασία ενώ η μείωση του κινδύνου που έλαβε φαρμακευτική αγωγή ήταν μόλις 31%.
Αυτά τα εντυπωσιακά αποτελέσματα της άσκησης σε συνδυασμό με την διατροφή, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι επετεύχθησαν χωρίς να έχουμε την απόλυτη συμμόρφωση των ατόμων που συμμετείχαν στις μελέτες. Δεν είναι δυνατόν στις παραπάνω τρεις μελέτες να υπολογίσουμε αν ήταν πιο σημαντική η άσκηση ή η διατροφή, μπορούμε όμως να αναφέρουμε ότι στην Φιλανδική μελέτη, η μείωση του βάρους ήταν μέτρια. 3.5 κιλά στις ομάδες παρέμβασης στα 2 χρόνια ήταν η μείωση του σωματικού βάρους σε αντίθεση με τα 0.8 κιλά στις ομάδες παρακολούθησης ρουτίνας. Ο Δείκτης Μάζας Σώματος μειώθηκε κατά μέσο όρο από 31 σε 30, στην Φιλανδική μελέτη και από 34 σε 33 στην Αμερικανική. Δηλαδή στόχος δεν μπορεί να είναι απόλυτα η μείωση του βάρους αλλά και η φυσική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από την απώλεια κιλών.
Από τις πληροφορίες που έχουμε στη διάθεσή μας φαίνεται ότι η αεροβική άσκηση μέτριας έντασης, για μεγάλη περίοδο και οι ασκήσεις με βάρη με πολλές επαναλήψεις βελτιώνουν την ευαισθησία της ινσουλίνης και πιθανότατα προστατεύουν από την ανάπτυξη του Σακχαρώδους Διαβήτη τύπου 2. Επίσης είναι γνωστό ότι η μυϊκή δύναμη και η καρδιοαναπνευστική ικανότητα είναι αντιστρόφως ανάλογα με την εμφάνιση του μεταβολικού συνδρόμου.
Μια πρόσφατη μελέτη εκτίμησε την επίδραση του όγκου και της έντασης της άσκησης σε 154 υποκινητικούς και παχύσαρκους άντρες και γυναίκες με δυσλιπιδαιμία. Τα άτομα αυτά χωρίστηκαν τυχαία σε μια ομάδα χωρίς παρέμβαση και μια ομάδα που για 6 μήνες ακολούθησαν: 1. Προπόνηση μεγάλου όγκου και μεγάλης έντασης (32 χιλιόμετρα τρέξιμο την εβδομάδα με 65-80% του VO2 max). 2. Χαμηλού όγκου και υψηλής έντασης άσκηση ( 19 χιλιόμετρα τρέξιμο την εβδομάδα στο 65-80 του VO2max, 3. Χαμηλού όγκου και μέτριας έντασης άσκηση ( 19 χιλιόμετρα περπάτημα την εβδομάδα στο 40-55% του VO2max. Η διάρκεια τη προπόνησης στα τρία γκρουπ ήταν περίπου 167,114,171 λεπτά. Τα άτομα διατηρήθηκα στα ίδια κιλά κατά τη διάρκεια της μελέτης. Η ευαισθησία της ινσουλίνης εκτιμήθηκε με μια 3ωρη καμπύλη γλυκόζης πριν και μετά τη μελέτη (IVGTT). Η διάρκεια των 170 λεπτών ανά προπόνηση βελτίωσε την ευαισθησία στην ινσουλίνη, περισσότερο από την προπόνηση των 115 λεπτών ανεξάρτητα από την ένταση της άσκησης. Αυτό το αποτέλεσμα μας υποδεικνύει να στοχεύουμε περισσότερο στη διάρκεια της προπόνησης και λιγότερο στον όγκο και την ένταση. Χρειάζονται όμως περισσότερες μελέτες σε αυτό το πεδίο.
Πιθανός μηχανισμός.
Η φυσική δραστηριότητα βελτιώνει την ευαισθησία στην ινσουλίνη λόγω της καλύτερης και πιο έντονης πρόσληψης της γλυκόζης από τους γυμναζόμενους μύες. Ο μηχανισμός περιλαμβάνει μετά τον υποδοχέα της ινσουλίνης σήματα (GLUT$ mRNA) και σύνθεση πρωτεϊνών, αυξημένη σύνθεση γλυκαγόνου, αυξημένη δράση εξοκινάσης, μειωμένη απελευθέρωση και βελτίωση της κάθαρσης των ελεύθερων λιπαρών οξέων και αυξημένη είσοδο της γλυκόζης στους μυς λόγω της καλύτερης κυκλοφορίας του αίματος σε αυτούς. Η φυσική δραστηριότητα επίσης, έχει μια ευνοϊκή επίδραση στη λειτουργία του ενδοθηλίου των αγγείων. Η άσκηση αυξάνει τη ροή του αίματος μέσα στα αγγεία, γεγονός που ενεργοποιεί την διαδικασία απελευθέρωσης του ενδοθηλιακού Νιτρικού Οξέος που χαλαρώνει τους λείους μυϊκούς ιστούς και προκαλεί αγγειοδιαστολή.
Συνταγογράφηση.
Πολλοί ασθενείς με αντίσταση στην ινσουλίνη αναπτύσσουν επιπλοκές μυοσκελετικές ( οστεοαρθρίτιδες) αλλά και ισχαιμικές καρδιοαγγειακές παθήσεις. Οι συστάσεις για άσκηση θα πρέπει να είναι αυστηρά εξατομικευμένες ακόμα και αν δεν διαφέρουν πολύ από τον γενικό πληθυσμό. Ο στόχος πρέπει να είναι 30 λεπτά άσκησης μέτριας έντασης την ημέρα, για 3 ή 4 ημέρες την εβδομάδα. Συνιστούνται το γρήγορο περπάτημα, το ποδήλατο, το τζόκινγκ, το κολύμπι, η κωπηλασία, το γκολφ και άλλα.
Αντενδείξεις.
Δεν υπάρχουν γενικές αντενδείξεις, θα πρέπει όμως να λαμβάνεται σοβαρά οι συννοσηρότητες. Οι ασθενείς με στεφανιαία νόσο θα πρέπει να αποφεύγουν υψηλές εντάσεις στην άσκηση. Οι υπερτασικοί θα πρέπει να ασκούνται με ελαφρά βάρη και χαμηλό ρυθμό επαναλήψεων.

  • Print
  • Digg
  • Facebook
  • Twitter
  • Google Bookmarks
  • Add to favorites
  • Google Buzz
  • LinkedIn

Comments are closed.